3 Νοε 2009

Έκθεση Εσωτερικής Αξιολόγησης στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Ρεθύμνου. Μέρος 1ο.

Τον Σεπτέμβριο το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης κατέθεσε την Έκθεση Εσωτερικής Αξιολόγησης για το 2008/9. Είναι η πρώτη έκθεση Αξιολόγησης που διαβάζω, καθώς δεν έχω εντοπίσει άλλη από τα υπόλοιπα Τμήματα της χώρας.

Η Έκθεση παρουσιάζει τη δομή και οργάνωση του Τμήματος, τα Προγράμματα Σπουδών, το διδακτικό και ερευνητικό έργο του Τμήματος από το 2004 ως το 2008, τις διοικητικές και κτιριακές υποδομές του και την στρατηγική ανάπτυξής του. Στο Παράρτημα βρίσκει κανείς τους αντίστοιχους πίνακες.

Ας πάρουμε λοιπόν τα πράγματα από την αρχή:

Πρόλογος

Στον Πρόλογο έχουμε και το συμπέρασμα της Έκθεσης, ότι δηλ.
«Η διαδικασία αξιολόγησης οδήγησε στην κοινή διαπίστωση ότι το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας λειτουργεί με διαφάνεια, συλλογικότητα και σεβασμό προς τις δημοκρατικές διαδικασίες και ότι προάγει και καλλιεργεί τις επιστήμες της Ιστορίας και της Αρχαιολογίας με συνέπεια και με υψηλά επιστημονικά κριτήρια.
Συγχρόνως έδωσε τη δυνατότητα να καταγραφούν με σαφήνεια οι κύριες αρετές και ο δυναμισμός του Τμήματος, καθώς επίσης και τα σημεία στα οποία υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης».

Ακολουθεί επίθεση στο Υπουργείο τόσο για τη διαδικασία της Αξιολόγησης, όσο και για την υπόθεση με τις οικονομικές ατασθαλίες της Επιτροπής Ερευνών του Πανεπιστημίου, στην οποία εμπλέκονται και μελή ΔΕΠ του Τμήματος.

1. Η διαδικασία της εσωτερικής αξιολόγησης

Εδώ περιγράφεται το ιστορικό και η μέθοδος της αξιολόγησης. Μαθαίνουμε λοιπόν ότι
«…η διαδικασία που προβλέπει ο νόμος -με τη συμπλήρωση πληθώρας απογραφικών δελτίων από όλους τους διδάσκοντες για κάθε τους δραστηριότητα, την επεξεργασία ποσοτικών δεδομένων και τη σύνταξη εκθέσεων κάθε χρόνο- είναι ακραία γραφειοκρατική σε ένα ήδη επιβαρημένο με φόρτο εργασίας περιβάλλον με ανεπαρκή μέσα και προσωπικό. Πρόκειται δηλαδή για μια διαδικασία που καλούνται να διεξαγάγουν οι διδάσκοντες, σε βάρος της έρευνας και της διδασκαλίας, των κατεξοχήν δραστηριοτήτων τους, στις οποίες προστίθενται φυσικά και οι υποχρεωτικές από το νόμο διοικητικές δραστηριότητες. Από ορισμένους συναδέλφους υποστηρίζεται επιπλέον ότι η διαδικασία αυτή επιτρέπει τη σταδιακή χειραγώγηση των διδασκόντων και ως εκ τούτου συνιστά απειλή για την ακαδημαϊκή ελευθερία.»


Από τα παραπάνω συμπεραίνω ότι η διαδικασία αξιολόγησης είναι μάλλον άγνωστη έννοια για τα μέλη ΔΕΠ, που ούτε γνωρίζουν τί σημαίνει ούτε τί εξυπηρετεί. Όσο για τη «χειραγώγηση» και την «απειλή για την ακαδημαϊκή ελευθερία», πολύ θα ήθελα να μου εξηγήσει κάποιος από πού προκύπτει.

Κατόπιν μαθαίνουμε ότι τα μέλη ΔΕΠ συναίνεσαν να κατατεθεί η Έκθεση
«λόγω της εκβιαστικής πίεσης που άσκησε στα Τμήματα το ΥΠΕΠΘ, το οποίο έθεσε ως προϋπόθεση για να ανανεωθούν τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών των ελληνικών πανεπιστημίων, όπως απαιτεί ο τελευταίος νόμος για τις μεταπτυχιακές σπουδές, το σχέδιο υπουργικής απόφασης να συνοδεύεται από την έκθεση αξιολόγησης του Τμήματος.»

Έκπληξη όμως προκαλεί και ότι

«Τα περισσότερα μέλη του Τμήματος δεν έχουν πειστεί ότι υπάρχουν σήμερα οι αναγκαίοι όροι και οι προϋποθέσεις για μια ουσιαστική αξιολόγηση. Για τους παραπάνω λόγους ορισμένοι συνάδελφοι δεν θέλησαν να συμπληρώσουν τα απογραφικά δελτία έργου και μαθημάτων και έστειλαν στην επιτροπή μόνο τον κατάλογο των επιστημονικών τους δημοσιεύσεων για την τελευταία πενταετία.»


Αστειότητες. Ερώτηση: Τί προβλέπεται για αυτές τις περιπτώσεις;

Αρνητική εντύπωση επίσης μου προκάλεσε η άρνηση των φοιτητών συμμετάσχουν στη διαδικασία, παρόλο που αποτελούσαν μέλη της Επιτροπής Αξιολόγησης. Έλλειψη νοοτροπίας ενεργής συμμετοχής και δράσης για τις σπουδές τους…

Υπάρχουν και κάποια σημεία της Έκθεσης στα οποία λίγο ή πολύ συμφωνώ με τα θέματα που σχετίζονται με τη διαδικασία της αξιολόγησης, όπως

«Αποτυπώθηκε επίσης ο προβληματισμός που είχε επανειλημμένα κατατεθεί αναφορικά με τα ανεφάρμοστα για τις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες κριτήρια για τον μηχανιστικό διαχωρισμό των δημοσιεύσεων σε επιστημονικά περιοδικά με κριτές ή χωρίς κριτές, ανάλογα με το δείκτη απήχησης κ.ά., ο οποίος δεν λαμβάνει υπόψη την αυτοτελή αξία του περιεχομένου της κάθε δημοσίευσης, αλλά την κρίνει μόνο βάσει του πού έχει δημοσιευτεί.»


Πράγματι, στις ανθρωπιστικές επιστήμες δεν μπορούν να υιοθετηθούν (ακόμη;) μοντέλα αξιολόγησης με αυτά που ισχύουν στις θετικές, με h-factors, citation indexes, impact factors και η χρήση του Web of Science ή του Google Scholar είναι προβληματική. Και δεν είναι μόνο ο μικρός αριθμός των περιοδικών που έχουν εγγραφεί σε αυτές τις databases, αλλά και το είδος των δημοσιεύσεων που διαφέρει ανάμεσα στις θετικές και τις θεωρητικές επιστήμες.
Παρόλα αυτά υπάρχει όντως διαφορά αν η δημοσίευση έγινε σε περιοδικό με κριτές ή όχι καθώς και σε ποιο περιοδικό έγινε. Άλλο το American Journal of Archaeology και άλλο το Nürnberger Blätter zur Archäologie.


Συνεχίζεται.

4 σχόλια:

museologist είπε...

Πολύ ενδιαφέρον post, in antis.

Θα μείνω μόνο στο "μηχανιστικό διαχωρισμό των δημοσιεύσεων σε επιστημονικά περιοδικά με κριτές ή χωρίς κριτές"...!!! Αυτά είναι αστεία πράγματα, η ύπαρξη κριτών και η διατήρηση της ανωνυμίας κριτών και συγγραφέα είναι βασικά στοιχεία αξιολόγησης της ποιότητας δημοσιεύσεων.

Και ευτυχώς ή δυστυχώς, στην αξιολόγηση της έρευνας ενός μέλους ΔΕΠ ανθρωπιστικών επιστημών αυτά που κυρίως (πρέπει να) μετράνε είναι μονογραφίες και άρθρα σε περιοδικά με κριτές. Όλοι οι υπόλοιποι τύποι δημοσιεύσεων (επιμέλειες, άρθρα σε edited volumes, πρακτικά συνεδρίων) είναι δευτερεύοντες...και ενίοτε χάσιμο χρόνου και ενέργειας.

in antis είπε...

Museologist,
Συμφωνώ απόλυτα για τις δημοσιεύσεις μέσω της blind review. Δεν έχω ένσταση για τις υπόλοιπες δημοσιεύσεις σε edited volumes, συνέδρια, καταλόγους κτλ. (άλλωστε θεωρώ ότι συμπεριλαμβάνονται και αυτές στην ερευνητική διαδικασία). Το ζήτημα εντοπίζεται όταν τέτοιου είδους δημοσιεύσεις αποτελούν το 99% ή και το 100% του συγγραφικού έργου μελών ΔΕΠ.
Δεν συζητώ καν ότι πολλοί δεν ξέρουν ή δεν θέλουν να ξέρουν περί peer review. Kάτι παθαίνουν πολλά μέλη ΔΕΠ όταν ακούν τις λέξεις «κρίση» και «αξιολόγηση»…

TaLaS είπε...

Μου αρεσε αυτο στις σελ. 27-28:"οι στόχοι που το Τµήµα θεωρεί ότι πρέπει να επιδιώκει
επιτυγχάνονται σε µεγάλο βαθµό, µολονότι µε αυξανόµενες δυσκολίες, καθώς µέσα
στα χρόνια λειτουργίας του έχουν ριζικά αλλάξει οι όροι διδασκαλίας. Ως
ανασταλτικοί παράγοντες έχουν εντοπιστεί ενδεικτικά οι εξής:
• Το σύστηµα των εισαγωγικών εξετάσεων, καθώς το βασικό κριτήριο επιλογής
των υποψηφίων στις εισαγωγικές δεν είναι το επίπεδο του Τµήµατος, αλλά η
χιλιοµετρική απόσταση από το σπίτι τους (γεγονός που δε θα αλλάξει όσο το
ελληνικό σύστηµα τριτοβάθµιας εκπαίδευσης αδυνατεί να χορηγεί στους
φοιτητές υποτροφίες που θα συντελούν στη µείωση του κόστους διαβίωσης
εκτός της οικογενειακής έδρας). Επιπλέον, το σύστηµα εξετάσεων, µε τον
τρόπο που λειτουργεί, οδηγεί στο Τµήµα πολλούς φοιτητές που δεν είχαν ως
πρώτη τους επιλογή να σπουδάσουν Ιστορία και Αρχαιολογία και δεν
διαθέτουν ούτε την αναγκαία έφεση και συχνά ούτε την κατάλληλη εγκύκλια
µόρφωση. Η πραγµατικότητα αυτή αφενός θέτει ως επιπλέον πρόκληση στους
διδάσκοντες του Τµήµατος να τους πείσουν ότι το αντικείµενο που
σπουδάζουν παρουσιάζει ενδιαφέρον και αφετέρου σε σηµαντικό βαθµό
ευθύνεται, µεταξύ άλλων, και για την εγκατάλειψη των σπουδών από έναν
αριθµό φοιτητών.
• Η ποιότητα της υποχρεωτικής και της λυκειακής εκπαίδευσης, επειδή δεν
καλλιεργεί τις στοιχειωδώς απαραίτητες δεξιότητες για µια πανεπιστηµιακή
εκπαίδευση: κατανόηση κειµένων, συνεκτική διατύπωση ιδεών, κριτική
ανάγνωση και όχι αποστήθιση, διατύπωση γνώµης κτλ. Κατά συνέπεια, τα
υψηλού επιπέδου ακαδηµαϊκά ερεθίσµατα που το Τµήµα αποσκοπεί να
προσφέρει στους φοιτητές του συχνά δεν βρίσκουν ανταπόκριση ή δεν
γίνονται κατανοητά από αυτούς.
• Ο υπερβολικά µεγάλος αριθµός εισακτέων που αυξάνεται ραγδαία τα
τελευταία χρόνια (το Τµήµα προτείνει παγίως 80 εισακτέους αλλά δέχεται
πολύ περισσότερους: το 2007 150, το 2008 180 και το 2009 200) και
ανατρέπει τη λειτουργική αναλογία διδασκόντων/διδασκοµένων (καθώς ο
αριθµός των πρώτων µένει λίγο-πολύ σταθερός), ενώ επιδεινώνει τα
προβλήµατα που δηµιουργούν οι ήδη ανεπαρκείς υποδοµές.
• Η έλλειψη επαρκών και κατάλληλων υποδοµών (αίθουσες διδασκαλίας,
γραφεία, εργαστήρια κτλ.). Το πρόβληµα µε τις αίθουσες διδασκαλίας
αναµένεται να µειωθεί µε την έναρξη λειτουργίας των διδακτηρίων της
Φιλοσοφικής Σχολής το Σεπτέµβριο του 2009.
• Η ανεπαρκής γραµµατειακή υποστήριξη την ίδια στιγµή που
πολλαπλασιάζεται ο φόρτος εργασίας στη γραµµατεία. etc., etc..."

Ειδικα δε για τον πρωτο ανασταλτικο παραγοντα, υπαρχουν καποιοι που εδω και χρονια φωναζουν να αλλαξει το συστημα εισαγωγης στα ελληνικα παν/μια. Αμαν με αυτα τα μηχανογραφικα και την επιλογη Σχολων με συστημα προπο!

Οι κυριοι καθηγητες, και οχι μονο του παν/μιου Ρεθυμνου, νομιζω οτι εχουν την δυνατοτητα να πιεσουν κυβερνησεις προς αυτη την κατευθυνση. Αλλωστε, πολλοι πρωην καθηγητες εχουν πολιτευτει (π.χ. Παπαντωνιου, Αλογοσκουφης, Βενιζελος)και σιγουρα θα μπορουσαν να παρουν τετοιου ειδους αποφασεις, ωστε να εκσυγχρονιστουν και τα ελληνικα παν/μια στον 21ο. αι...

in antis είπε...

@TaLas

Δεν ξέρω κατά πόσο μπορούν. Η Παιδεία μας χρειάζεται νέο σχεδιασμό από το νηπιαγωγείο. Ναι, είναι σημαντικοί παράγοντες αυτοί που αναφέρονται, πρέπει όμως τα μέλη ΔΕΠ να προσπαθούν να οδηγήσουν τους φοιτητές στην κατεύθυνση που θέλουν και που πρέπει κι όχι να υιοθετούν οι ίδιοι «λυκειακή νοοτροπία».